Κολοφωνιος

Κολοφωνιος
    Κολοφώνιος
    I
    3
    колофонский
    

(Ξενοφάνης Arst.)

    II
    ὅ колофонец, житель Колофона Xen., Arst., Polyb. etc.
    

Κολοφωνίων λιμήν Thuc. — Колофонский порт (основанный колофонцами на п-ве Ситония - Халкидика, - близ Тороны)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "Κολοφωνιος" в других словарях:

  • Κολοφώνιος — of masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κολοφώνιος — α, ον (AM κολοφώνιος, ία, ιον, Α και κολοφώνειος, εία, ειον) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην αρχαία πόλη Κολοφώνα 2. (το αρσ. και θηλ. ως κύριο όν.) ο Κολοφώνιος, η Κολοφωνία ο ή η κάτοικος τής πόλης αυτής («ἐκτήσαντο δὲ ποτε καὶ ναυτικὴν… …   Dictionary of Greek

  • Κολοφωνίων — Κολοφώνιος of fem gen pl Κολοφώνιος of masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφώνιον — Κολοφώνιος of masc acc sg Κολοφώνιος of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφωνίοις — Κολοφώνιος of masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφωνίου — Κολοφώνιος of masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφωνίους — Κολοφώνιος of masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφωνίῳ — Κολοφώνιος of masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφώνια — Κολοφώνιος of neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφώνιε — Κολοφώνιος of masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κολοφώνιοι — Κολοφώνιος of masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»